LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Skim over
/skˈɪm ˈəʊvə/
/skˈɪm ˈoʊvɚ/
Verb (2)
Ορισμός και Σημασία του "skim over"
to skim over
ΡΉΜΑ
01
read superficially
02
move or pass swiftly and lightly over the surface of
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
skim off
skim milk
skim
skilly
skillfulness
skim through
skimboard
skimboarding
skimcoat
skimmed
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App