Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Showstopper
01
αστέρι της παράστασης, μεγάλη έλξη
something that is strikingly attractive or has great popular appeal
02
στιγμή που σταματά την παράσταση, εντυπωσιακή στιγμή
an impressive moment in a performance that temporarily halts the show, often eliciting enthusiastic reactions from the audience
Παραδείγματα
The singer 's powerful rendition of the final song was a showstopper, bringing the entire audience to their feet in applause.
Η δυνατή ερμηνεία του τελικού τραγουδιού από τη τραγουδίστρια ήταν ένα κομβικό σημείο, που έφερε όλο το κοινό στα πόδια του σε χειροκροτήματα.
The magician 's illusion involving disappearing and reappearing objects was the ultimate showstopper of the evening.
Η ψευδαίσθηση του μάγου που αφορούσε την εξαφάνιση και την επανεμφάνιση αντικειμένων ήταν το κορυφαίο σημείο της βραδιάς.



























