Short-stop
volume
British pronunciation/ʃˈɔːtstˈɒp/
American pronunciation/ʃˈɔːɹtstˈɑːp/

Ορισμός και Σημασία του "short-stop"

01

an acid bath used to stop the action of a developer

word family

short-stop

short-stop

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store