Short-stalked
volume
British pronunciation/ʃˈɔːtstˈɔːkt/
American pronunciation/ʃˈɔːɹtstˈɔːkt/

Ορισμός και Σημασία του "short-stalked"

short-stalked
01

of plants having relatively short stalks

word family

short-stalked

short-stalked

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store