LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Shinplaster
/ʃˈɪnplastə/
/ʃˈɪnplæstɚ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "shinplaster"
Shinplaster
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
paper money of little value issued on insufficient security
word family
shinplaster
shinplaster
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
shinpad
shinny
shinney
shining willow
shining sumac
shinto
shinto shrine
shintoism
shintoistic
shiny
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App