Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
beauteous
01
όμορφος, πανέμορφος
(literary) beautiful and pleasant to the sight
Παραδείγματα
The garden was filled with beauteous flowers, their vibrant colors and delicate petals creating a stunning display.
Ο κήπος ήταν γεμάτος με όμορφα λουλούδια, τα ζωηρά τους χρώματα και τα λεπτά πέταλα δημιουργώντας μια εντυπωσιακή εικόνα.
Her beauteous smile lit up the room, captivating everyone around her.
Το όμορφο χαμόγελό της φώτισε το δωμάτιο, γοητεύοντας όλους γύρω της.
Λεξικό Δέντρο
beauteousness
beauteous
beauty



























