LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Seismologic
/sˌaɪzməlˈɒdʒɪk/
/sˌaɪzməlˈɑːdʒɪk/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "seismologic"
seismologic
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
of or concerned with seismology
word family
seismo
seismo
Noun
seismology
Noun
seismologic
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
seismography
seismograph
seismogram
seismic disturbance
seismic
seismological
seismologist
seismology
seismosaur
seismosaurus
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App