Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
beady
01
λαμπερό και στρογγυλό, αστραφτερός
(of a person's eyes) small, round and bright because of interest or greed
02
διακοσμημένο με χάντρες, καλυμμένο με πετράδια
covered with beads or jewels or sequins
Λεξικό Δέντρο
beady
bead



























