screaky
screa
ˈskri:
σκρη
ky
ki
κι
British pronunciation
/skɹˈiːki/

Ορισμός και σημασία του "screaky"στα αγγλικά

01

τρίζων, τσιριχτός

making a high-pitched or creaking sound
example
Παραδείγματα
The old floorboards were screaky underfoot as he walked down the hall.
Οι παλιές σανίδες του δαπέδου τρίζαν κάτω από τα πόδια του καθώς περπατούσε στο διάδρομο.
She opened the screaky door, hoping it would n’t wake anyone.
Άνοιξε την τρίζουσα πόρτα, ελπίζοντας ότι δεν θα ξυπνήσει κανέναν.
02

τρίζων, τσιριχτός

having a rasping or grating sound
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store