Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Savagery
01
αγριότητα, βαρβαρότητα
a violent act marked by extreme cruelty and aggression
Παραδείγματα
Witnesses were horrified by the savagery displayed during the riot.
Οι μάρτυρες τρομοκρατήθηκαν από την αγριότητα που επιδείχθηκε κατά τη διάρκεια της ταραχής.
Her memoir recounted the savagery she experienced during the war.
Τα απομνημονεύματά της ανέφεραν την κτηνωδία που βίωσε κατά τον πόλεμο.
02
αγριότητα, βαρβαρότητα
the trait of extreme cruelty
03
αγριότητα, κτηνωδία
the property of being untamed and ferocious



























