LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Salvador
/sˈalvɐdˌɔː/
/ˈsæɫvəˌdɔɹ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "salvador"
Salvador
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a republic on the Pacific coast of Central America
word family
salvador
salvador
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
saluter
salute
salutatory speaker
salutatory oration
salutatory address
salvador dali
salvadora
salvadora family
salvadora persica
salvadoraceae
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App