Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Rheumatic
01
ρευματικός, άτομο που πάσχει από ρευματισμό
a person suffering with rheumatism
rheumatic
01
ρευματικός, ρευματοειδής
related to conditions causing inflammation and pain in joints, muscles, or connective tissues
Παραδείγματα
Support groups provide coping strategies for rheumatic individuals
Οι ομάδες υποστήριξης παρέχουν στρατηγικές αντιμετώπισης για άτομα με ρευματικά προβλήματα.
Proper diagnosis is crucial for effective treatment in rheumatic disorders.
Η σωστή διάγνωση είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική θεραπεία στις ρευματικές διαταραχές.
Λεξικό Δέντρο
rheumatic
rheumat



























