reusable
reusable
British pronunciation
/ɹiːjˈuːzəbə‍l/

Ορισμός και σημασία του "reusable"στα αγγλικά

01

επαναχρησιμοποιήσιμος, χρησιμοποιήσιμος πολλές φορές

able to be used again multiple times
example
Παραδείγματα
Reusable shopping bags are an eco-friendly alternative to disposable plastic bags.
Οι επαναχρησιμοποιήσιμες τσάντες αγορών είναι μια φιλική προς το περιβάλλον εναλλακτική λύση στις μίας χρήσης πλαστικές σακούλες.
The reusable water bottle is made of durable materials and can be refilled multiple times.
Το επαναχρησιμοποιήσιμο μπουκάλι νερού είναι κατασκευασμένο από ανθεκτικά υλικά και μπορεί να γεμίσει πολλές φορές.

Λεξικό Δέντρο

reusable
usable
use
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store