Repudiative
volume
British pronunciation/ɹɪpjˈuːdiətˌɪv/
American pronunciation/ɹɪpjˈuːdiətˌɪv/

Ορισμός και Σημασία του "repudiative"

repudiative
01

rejecting emphatically; e.g. refusing to pay or disowning

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store