Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Rehearsal
Παραδείγματα
The actors gathered for their final rehearsal before the opening night of the play.
Οι ηθοποιοί συγκεντρώθηκαν για την τελευταία τους πρόβα πριν από την πρεμιέρα του έργου.
During rehearsal, the cast worked on blocking scenes to enhance stage movement.
Κατά τη διάρκεια της προβατικής, το καστ δούλεψε στο μπλοκάρισμα σκηνών για να βελτιώσει την κίνηση στη σκηνή.
02
επανάληψη, προποίηση
(psychology) a form of practice; repetition of information (silently or aloud) in order to keep it in short-term memory



























