Refracture
volume
British pronunciation/ɹɪfɹˈaktʃə/
American pronunciation/ɹɪfɹˈæktʃɚ/

Ορισμός και Σημασία του "refracture"

to refracture
01

break (a bone) that was previously broken but mended in an abnormal way

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store