Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Red tape
01
γραφειοκρατία, χαρτούρα
official procedures or rules that are unnecessary and time-consuming
Παραδείγματα
The company has been struggling to get the necessary permits due to all the red tape involved in the process.
Η εταιρεία έχει δυσκολευτεί να λάβει τις απαραίτητες άδειες λόγω όλης της γραφειοκρατίας που εμπλέκεται στη διαδικασία.
The project was delayed for months due to all the red tape involved in getting approval from the government.
Το έργο καθυστέρησε για μήνες λόγω όλης της γραφειοκρατίας που συνεπάγεται η λήψη έγκρισης από την κυβέρνηση.



























