LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Rattail
/ɹˈateɪl/
/ɹˈæɾeɪl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "rattail"
Rattail
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
deep-sea fish with a large head and body and long tapering tail
word family
rattail
rattail
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
ratsbane
ratline
ratlin
ratlike
ratite bird
rattail cactus
rattail comb
rattail fish
rattan cane
rattan palm
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App