LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Ratiocinator
/ɹˌatɪˈɒsɪnˌeɪtə/
/ɹˌæɾɪˈɑːsᵻnˌeɪɾɚ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "ratiocinator"
Ratiocinator
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
someone who reasons logically
word family
ratiocin
ratiocin
Verb
ratiocinate
Verb
ratiocinator
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
ratiocinative
ratiocination
ratiocinate
ratio
rating system
ration
ration card
ration out
rational
rational function
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App