Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
quantitatively
01
ποσοτικά
in a way that is related to quantity or numerical values
Παραδείγματα
The research study analyzed data quantitatively, using statistical methods to draw conclusions.
Η έρευνα ανέλυσε τα δεδομένα ποσοτικά, χρησιμοποιώντας στατιστικές μεθόδους για να εξαγάγει συμπεράσματα.
The survey collected information quantitatively, assigning numerical values to responses.
Η έρευνα συγκέντρωσε πληροφορίες ποσοτικά, εκχωρώντας αριθμητικές τιμές στις απαντήσεις.
Λεξικό Δέντρο
quantitatively
quantitative
quantity
quant



























