Quaintly
volume
British pronunciation/kwˈe‍ɪntli/
American pronunciation/ˈkweɪntɫi/

Ορισμός και Σημασία του "quaintly"

01

in a quaint old-fashioned manner

02

in a strange but not unpleasant manner

word family

quaint

quaint

Adjective

quaintly

Adverb
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store