Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Punishment
Παραδείγματα
The judge handed down a severe punishment to the convicted criminal, sentencing them to several years in prison.
Ο δικαστής επέβαλε μια αυστηρή τιμωρία στον καταδικασμένο εγκληματία, καταδικάζοντάς τον σε πολλά χρόνια φυλάκισης.
Effective parenting involves using punishment as a means to teach children about responsibility and consequences for their actions.
Η αποτελεσματική γονική μέριμνα περιλαμβάνει τη χρήση της τιμωρίας ως μέσου για να διδάξει τα παιδιά για την ευθύνη και τις συνέπειες των πράξεών τους.
02
τιμωρία, κόλαση
a method or means of disciplining someone for an unlawful or wrong act
Παραδείγματα
Detention is often used as a punishment for students who break school rules.
Η τιμωρία χρησιμοποιείται συχνά ως μέτρο για τους μαθητές που παραβιάζουν τους κανόνες του σχολείου.
Fines are a common form of punishment for traffic violations.
Τα πρόστιμα είναι μια κοινή μορφή τιμωρίας για παραβιάσεις κυκλοφορίας.
03
τιμωρία, κύρωση
tough conditions or harsh treatment that could lead to damage over a period of time
Παραδείγματα
The athlete 's rigorous training regimen prepared him to endure the punishment of a grueling marathon race.
Το αυστηρό πρόγραμμα προπόνησης του αθλητή τον προετοίμασε να αντέξει τις τιμωρίες ενός εξαντλητικού μαραθωνίου.
The old pickup truck had seen its fair share of punishment over the years but remained reliable for daily use on the farm.
Το παλιό pickup είχε δει τη δίκαιη μερίδα του από τιμωρία κατά τα χρόνια, αλλά παρέμεινε αξιόπιστο για καθημερινή χρήση στο αγρόκτημα.
Λεξικό Δέντρο
punishment
punish



























