LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Puku
/pˈuːkuː/
/pˈuːkuː/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "puku"
Puku
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
an African antelope closely related to the waterbuck
word family
puku
puku
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
pukka
puking
puke guts out
puke
puka inti
pul
pula
pulasan
pulasan tree
pulaski
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App