Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Projectionist
01
προβολέας, χειριστής προβολής
someone who operates and maintains the equipment that displays films in theaters
Λεξικό Δέντρο
projectionist
projection
project
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
προβολέας, χειριστής προβολής
Λεξικό Δέντρο