Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
pluralistic
01
πλουραλιστικός, πολυπληθής
relating to the view or belief that reality, knowledge, or morality is inherently diverse or composed of multiple elements, perspectives, or truths
Παραδείγματα
The pluralistic approach to ethics acknowledges that there can be multiple valid moral frameworks.
Η πλουραλιστική προσέγγιση της ηθικής αναγνωρίζει ότι μπορεί να υπάρχουν πολλαπλά έγκυρα ηθικά πλαίσια.
In metaphysics, a pluralistic view posits that reality consists of a variety of fundamental substances or entities.
Στη μεταφυσική, μια πλουραλιστική άποψη θέτει ότι η πραγματικότητα αποτελείται από μια ποικιλία θεμελιωδών ουσιών ή οντοτήτων.
Λεξικό Δέντρο
pluralistic
plur



























