Pederastic
volume
British pronunciation/pˌɛdəɹˈastɪk/
American pronunciation/pˌɛdɚɹˈæstɪk/

Ορισμός και Σημασία του "pederastic"

pederastic
01

of homosexuality between a man and a boy

word family

pederast

pederast

Noun

pederastic

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store