LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Patroller
/pɐtɹˈəʊlə/
/pɐtɹˈoʊlɚ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "patroller"
Patroller
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
someone on patrol duty; an individual or a member of a group that patrols an area
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
patrol wagon
patrol ship
patrol dog
patrol car
patrol boat
patrolman
patrology
patron
patron saint
patronage
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App