Awakened
volume
British pronunciation/ɐwˈe‍ɪkənd/
American pronunciation/əˈweɪkənd/

Ορισμός και Σημασία του "awakened"

01

aroused or activated

02

(somewhat formal) having been waked up

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store