Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Pang
01
μια στιγμιαία οδύνη, ένας αιφνίδιος πόνος
an unexpected and brief experience of a particular feeling, often a negative one
Παραδείγματα
She felt a pang of hunger in the late afternoon.
Ένιωσε μια ξαφνική πείνα το απόγευμα.
She felt a pang of regret when she realized she had missed her friend's birthday.
Ένιωσε μια ξαφνική οδύνη τύψης όταν συνειδητοποίησε ότι είχε χάσει τα γενέθλια της φίλης της.
02
ένας σύντομος, έντονος σωματικός πόνος ή δυσφορία
a brief, intense physical pain or discomfort
Παραδείγματα
The spicy food caused a pang of heartburn for a moment.
Το πικάντικο φαγητό προκάλεσε ένα πόνο καούρας για μια στιγμή.
The athlete experienced a pang of pain in the injured muscle during the competition.
Ο αθλητής ένιωσε ένα τσούξιμο στον τραυματισμένο μυ κατά τη διάρκεια του αγώνα.
03
ψυχικός πόνος, ψυχική αγωνία
a mental pain or distress



























