Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
panglossian
01
Παγγλωσσικός, εξαιρετικά αισιόδοξος
having an extremely optimistic point of view
Παραδείγματα
His Panglossian outlook made him dismiss any potential problems.
Η Παγγλωσσική του άποψη τον έκανε να αγνοήσει τυχόν πιθανά προβλήματα.
Despite the challenges, her Panglossian attitude never faltered.
Παρά τις προκλήσεις, η Παγγλωσσική της στάση δεν επηρεάστηκε ποτέ.



























