Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Overcoat
02
επιπλέον προστατευτική επίστρωση, επίστρωση
an additional protective coating (as of paint or varnish)
Λεξικό Δέντρο
overcoat
coat
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
επιπλέον προστατευτική επίστρωση, επίστρωση
Λεξικό Δέντρο