Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Oscillator
01
ταλαντωτής, γεννήτρια ταλαντώσεων
a piece of equipment for generating oscillating electric currents or voltages by non-mechanical means
Λεξικό Δέντρο
oscillator
oscillate
oscill
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ταλαντωτής, γεννήτρια ταλαντώσεων
Λεξικό Δέντρο