Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Open letter
01
ανοικτή επιστολή, δημόσια επιστολή
a letter of protest published to be read by everyone, but addressed to a particular individual or group
Παραδείγματα
The celebrity published an open letter apologizing to his fans for his recent behavior.
Η διασημότητα δημοσίευσε μια ανοιχτή επιστολή ζητώντας συγγνώμη από τους θαυμαστές της για την πρόσφατη συμπεριφορά της.
The company issued an open letter explaining their decision to raise prices.
Η εταιρεία εξέδωσε μια ανοιχτή επιστολή εξηγώντας την απόφασή της να αυξήσει τις τιμές.



























