Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
open-and-shut
01
σαφής και εύκολος στον προσδιορισμό, προφανής
clearly and easily determined
Παραδείγματα
The case was open-and-shut, with clear evidence of the defendant's guilt.
Η υπόθεση ήταν ξεκάθαρη, με σαφή αποδεικτικά στοιχεία ενοχής του κατηγορουμένου.
It was an open-and-shut decision for the committee to approve the proposal.
Ήταν μια προφανής απόφαση για την επιτροπή να εγκρίνει την πρόταση.



























