Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Nightdress
01
νυχτικό, νυχτερινό φόρεμα
a long loose garment similar to a light dress worn by women or girls in bed
Dialect
British
Λεξικό Δέντρο
nightdress
night
dress
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
νυχτικό, νυχτερινό φόρεμα
Λεξικό Δέντρο
night
dress