Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Nightcap
01
νυχτερινό καπέλο, καπέλο ύπνου
a soft hat that people used to wear in bed
02
τελευταίος αγώνας ενός διπλού προγράμματος, τελικός αγώνας μιας διπλής ημέρας
the final game of a double header
03
νυχτερινό ποτό, τελευταίο ποτό πριν τον ύπνο
an alcoholic drink consumed before going to bed to help one relax and sleep better
Λεξικό Δέντρο
nightcap
night
cap



























