Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Necrosis
01
νέκρωση, νεκρωτικός θάνατος κυττάρων
a type of cell death that occurs due to injury, infection, inflammation, or other forms of cellular stress
Παραδείγματα
The doctor diagnosed necrosis in the patient's limbs, which had turned black and blue due to lack of blood flow.
Ο γιατρός διέγνωσε νεκρώσεις στα άκρα του ασθενούς, που είχαν γίνει μαύρα και μπλε λόγω έλλειψης ροής αίματος.
Gangrene is a type of necrosis that occurs when there is a lack of blood supply to the affected area.
Η γάγγραινα είναι ένας τύπος νεκρώσεως που εμφανίζεται όταν υπάρχει έλλειψη παροχής αίματος στην πληγείσα περιοχή.



























