LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Mutual aid
/mjˈuːtʃuːəl ˈeɪd/
/mjˈuːtʃuːəl ˈeɪd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "mutual aid"
Mutual aid
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
arrangements made between nations to assist each other
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
mutual affection
mutual
muttonhead
muttonfish
mutton tallow
mutual exclusiveness
mutual fund
mutual fund company
mutual inductance
mutual induction
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App