Moderating
volume
British pronunciation/mˈɒdəɹˌe‍ɪtɪŋ/
American pronunciation/ˈmɑdɝˌeɪtɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "moderating"

moderating
01

lessening in intensity or strength

word family

moder

moder

Verb

moderate

Verb

moderating

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store