Minor expense
volume
British pronunciation/mˈaɪnəɹ ɛkspˈɛns/
American pronunciation/mˈaɪnɚɹ ɛkspˈɛns/

Ορισμός και Σημασία του "minor expense"

01

(frequently plural) an expense not budgeted or not specified

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store