Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Microbe
01
μικρόβιο, μικροοργανισμός
a very small living organism that cannot be seen without a microscope and can cause a disease
Λεξικό Δέντρο
microbial
microbic
microbe
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
μικρόβιο, μικροοργανισμός
Λεξικό Δέντρο