Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Matinee
01
ματινέ, απογευματινή παράσταση
a musical or dramatic performance that takes place in daytime, especially in the afternoon
Παραδείγματα
Editors use matinee to refine pacing and maintain audience engagement throughout the movie.
Οι επιμελητές χρησιμοποιούν πρωινή παράσταση για να βελτιώσουν τον ρυθμό και να διατηρήσουν τη συμμετοχή του κοινού σε όλη τη διάρκεια της ταινίας.
The director employed matinee editing to create suspenseful transitions between scenes.
Ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε πρωινή επεξεργασία για να δημιουργήσει γεμάτες αγωνία μεταβάσεις μεταξύ των σκηνών.



























