Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Match point
01
πόντος αγώνα, καθοριστική στιγμή
the moment in tennis when a player needs one more point to win the match
Παραδείγματα
She nervously prepared to serve on match point.
Προετοιμαζόταν νευρικά να σερβίρει στο ματς πόντο.
The crowd held its breath as he approached match point.
Το πλήθος κράτησε την ανάσα του καθώς πλησίαζε το σημείο του αγώνα.



























