LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Main office
/mˈeɪn ˈɒfɪs/
/mˈeɪn ˈɑːfɪs/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "main office"
Main office
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
head office; the principal office of an organization
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
main line
main idea
main file
main entry word
main drag
main road
main rotor
main station
main street
main yard
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App