LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Maildrop
/mˈeɪldɹɒp/
/mˈeɪldɹɑːp/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "maildrop"
Maildrop
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a drop where mail can be deposited
word family
mail
drop
maildrop
maildrop
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
mailbox
mailboat
mailbag
mail-order buying
mail-clad
mailed
mailer
mailing
mailing address
mailing list
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App