Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
lyrical
01
λυρικός, κατάλληλος για τραγούδι
suitable for or suggestive of singing
02
λυρικός, ποιητικός
expressing deep personal emotion or observations, often in a highly poetic or musical manner
Παραδείγματα
The lyrical prose of the poem captivated readers with its vivid imagery and emotional resonance.
Η λυρική πεζογραφία του ποιήματος γοήτευσε τους αναγνώστες με τις ζωηρές εικόνες και τη συναισθηματική αντήχηση.
The novelist 's lyrical descriptions painted a vivid picture of the natural landscape.
Οι λυρικές περιγραφές του μυθιστοριογράφου ζωγράφισαν μια ζωντανή εικόνα του φυσικού τοπίου.
Λεξικό Δέντρο
lyricality
lyrical
lyric



























