Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Artist
01
καλλιτέχνης, ζωγράφος
someone who creates drawings, sculptures, paintings, etc. either as their job or hobby
Παραδείγματα
As an artist, he spends a lot of time in his studio.
Ως καλλιτέχνης, περνάει πολύ χρόνο στο στούντιό του.
My sister is an artist who paints beautiful landscapes.
Η αδερφή μου είναι καλλιτέχνης που ζωγραφίζει όμορφα τοπία.
02
καλλιτέχνης, ερμηνευτής
a person who dances, sings, acts, etc. professionally
Παραδείγματα
He is an accomplished artist, having starred in several musicals and films.
Είναι ένας accomplished καλλιτέχνης, έχοντας πρωταγωνιστήσει σε πολλά μιούζικαλ και ταινίες.
The artist ’s performance was a perfect blend of music, dance, and drama.
Η παράσταση του καλλιτέχνη ήταν μια τέλεια μείξη μουσικής, χορού και δράματος.
Λεξικό Δέντρο
artistic
artistry
artist
art



























