Limbless
volume
British pronunciation/lˈɪmləs/
American pronunciation/ˈɫɪmɫəs/

Ορισμός και Σημασία του "limbless"

01

having no limbs

word family

limb

limb

Noun

limbless

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store