LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Lactuca sativa
/lˈaktjuːkə sˈatɪvə/
/lˈæktuːkə sˈæɾɪvə/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "lactuca sativa"
Lactuca sativa
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
annual or perennial garden plant having succulent leaves used in salads; widely grown
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
lactuca
lactosuria
lactose intolerance
lactose
lactophrys quadricornis
lactuca sativa asparagina
lactuca sativa capitata
lactuca sativa crispa
lactuca sativa longifolia
lactuca scariola
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App