Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Keeper
01
φύλακας, κηδεμόνας
one having charge of buildings or grounds or animals
02
φύλακας, υπεύθυνος
someone in charge of other people
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
φύλακας, κηδεμόνας
φύλακας, υπεύθυνος